(Γράφει ο Νίκος Δ. – Θ. Νικολαΐδης)
Συνάντησα χθες
τον καλλιτέχνη – σχεδιαστή και αγαπημένο μου φίλο, το γελοιογράφο Βαγγέλη Σαΐτη
στο αρχιτεκτονικό του γραφείο, που διατηρεί στο κέντρο της Αθήνας. Είχαμε την
ευκαιρία να πούμε πολλά, σε ένα διάλειμμα της εργασίας του και ομολογουμένως,
έμεινα για ακόμη μία φορά έκπληκτος από την ευγένεια και τη σεμνότητά του. Με
πραγματική συγκίνηση μου εκμυστηρεύτηκε στιγμές από την προσωπική του πορεία
στο χώρο της γελοιογραφίας, ενώ μου έδειχνε τις παλαιές και σύγχρονες
δημιουργίες του, από την εποχή που, μαθητής μόλις της 2ας Γυμνασίου ξεκινούσε
να σχεδιάζει επαγγελματικά (!), έως σήμερα που τον απολαμβάνουμε στο διμηνιαίο
«Μπλεκ» των εκδόσεων «Μικρός Ήρως».
Ας πάρουμε, όμως,
τα πράγματα από την αρχή. Σας μεταφέρω, με αρκετές λεπτομέρειες, τι ειπώθηκε
μεταξύ μας. Βαγγέλη, τον ρώτησα, ποιο ήταν το πρώτο έναυσμα που σε οδήγησε στο
δρόμο του σχεδίου ; «Νίκο όπως θυμάσαι και εσύ, η γενιά η δική μας μεγάλωσε
μέσα στα κόμικς, ήταν βλέπεις μία από τις λίγες πολυτέλειες που είχαμε για να
ξεφεύγουμε από την καθημερινότητα και τις υποχρεώσεις του σχολείου. Πηγαίναμε
σε σχολεία απαιτητικά, εγώ στο Βαρβάκειο, εσύ στην Ιωνίδειο και οπωσδήποτε δεν
είχαμε την ευκαιρία να χαλαρώνουμε ιδιαίτερα. Από τη μεριά μου, είχα ένα
ταλέντο που, καθώς επέλεξα να σπουδάσω αρχιτέκτονας, κατάφερα να το αναπτύξω
και να το επεκτείνω. Βλέπεις από μόνο του το χάρισμα, δεν αρκεί».
«Ήταν για το
περιοδικό «Μικρός Κάου-Μπόυ», στο οποίο, ως αναγνώστης (στα τέλη του 1973,
ήμουν 13 ετών) τους έστειλα κάποια σκίτσα μου, που τα δημοσίευσαν, όπως και
άλλων παιδιών. Όταν επισκέφτηκα, όμως τα γραφεία του περιοδικού, έμεινα
έκθαμβος από αυτό που αντίκρυσα ! Εικόνες, σχέδια, βιβλία, ξένα περιοδικά, όλα
διάσπαρτα, για μένα ήταν σαν παράδεισος! Ο Θέμος Ανδρεόπουλος με τον
Κωνσταντίνο Ραμπατζή, που ήταν οι ακούραστοι υπεύθυνοι των εκδόσεων (σχεδίαζαν,
πάνω στα σενάρια του Γιώργου Μαρμαρίδη, φωτογράφιζαν, είχαν την επιμέλεια για
τα πάντα), με υποδέχτηκαν με πολλή ευγένεια και μάλιστα ο πρώτος μου έδωσε
πολλές χρησιμότατες συμβουλές, εκτιμώντας το νεαρό της ηλικίας μου και τη ζέση
που έδειχνα. Επανήλθα μετά από μία εβδομάδα, ενισχυμένος με ραμπιδογράφους,
χαρτόνια κλπ και ανέλαβα μεμονωμένες, αρχικά, γελοιογραφίες του αγαπημένου μου
χαρακτήρα, του αστείου Μεξικανού ‘Πεπίτο Γκονζάλες’! Η βελτίωσή μου υπήρξε
ταχύτατη, παρακολουθούσα από 14 ετών κιόλας την παγκόσμια αγορά
εικονογραφημένων και ενημερωνόμουν για όλα».
«Ναι Νίκο, μου
ανατέθηκε μία στήλη στο περιοδικό από τον αείμνηστο Ανδρεόπουλο, που ήταν ένας εξαιρετικά
ευγενικός άνθρωπος, πέρα από εκπληκτικός καλλιτέχνης και ξεκίνησα! Έκανα το
στριπάκι ‘Ολέ Πεπίτο’ στον ‘Μικρό Κάου Μπόυ’ και το ‘Χα, χα, χα!... χού, χού,
χού!’ με ήρωα τον ‘Μπάρμπα Σαμ’, που ως χαρακτήρας προϋπήρχε, για το ‘Μικρό
Αρχηγό’».
Επομένως είχες
ήδη για τα καλά εισέλθει στο χώρο.
«Ναι, το 1974
ξεκίνησα να σχεδιάζω και στο ‘Τραστ του Γέλιου’, που εξέδιδε ο Παπαγεωργίου, με
αρχισυντάκτη τον έμπειρο γελοιογράφο Νίκο Ζήκο. Παράλληλα, εργάστηκα ως
έκτακτος συνεργάτης, κάνοντας χιουμοριστικές πάντα γελοιογραφίες, στον ‘Ταχυδρόμο’.
Ένα πολύ σημαντικό, όμως, βήμα για την καριέρα μου στάθηκε μία συνάντηση που
είχα, με το διευθυντή της εφημερίδας ‘Τα Νέα’, Γιάννη Καψή, ο οποίος
εντυπωσιάστηκε, με τη σειρά του, από τη δουλειά μου και μου ανέθεσε, στην αρχή,
την αθλητική γελοιογραφία της εφημερίδας (μία φορά την εβδομάδα). Αφού είδαν
ότι είχε επιτυχία, πήρα… προαγωγή στο πολιτικό-κοινωνικό ρεπορτάζ της 2ης
σελίδας. Έκανα ελαφρύ πολιτικό σχολιασμό (ποτέ δεν υπήρξα άνθρωπος των άκρων)
μέσα από τα σχέδιά μου, 1-2 φορές την εβδομάδα. Στα ‘Νέα’ έμεινα αρκετά χρόνια,
μέχρι το 1980».
«Εξακολουθούσα
πάντα να συνεισφέρω στον ‘Μικρό Κάου Μπόυ’, ενώ σχεδίαζα τόσο για τα περιοδικά ‘Οι
Γονείς’, όσο και για το ‘Κοσμοπόλιταν’ (1980 – 82). Πήρα μέρος και σε τρεις
διεθνείς εκθέσεις γελοιογραφίας, που όλες τους πραγματοποιήθηκαν στην Κηφισιά.
Το 1975 ήταν η πρώτη, πανηγυρική και αφιερωμένη στον ένα χρόνο από την
αποκατάσταση της δημοκρατίας, όταν κλήθηκαν και πήραν μέρος πολλοί ξένοι
γελοιογράφοι και δημοσιογράφοι. Ήταν υπό κρατική αιγίδα, του τότε Υφυπουργείου
Προεδρίας. Ακολούθησαν δύο ακόμη εκθέσεις, του 1977, αφιερωμένη στη μόλυνση του
περιβάλλοντος και του 1980, με θέμα την ενεργειακή κρίση».
Με το «Μπάρμπα
Σαμ» τι απέγινε ;
«Τον σταμάτησα,
δε μου άρεσε πολύ και από τα τέλη του 1974 αφιερώθηκα, όπως σου είπα,
αποκλειστικά στον Πεπίτο. Έφτιαχνα ολιγοσέλιδες ιστορίες, έως 16 σελίδων, από
το 1975 έως το 1979. Το 1975 εμφανίστηκα και στην τηλεόραση, στην εκπομπή του
Φρέντυ Γερμανού ‘Αλάτι και Πιπέρι’. Μου είχε κάνει την τιμή να με καλέσει ως το
νεότερο γελοιογράφο της χώρας, μαζί με το γηραιότερο τότε, τον
Κωνσταντινουπολίτη Γκέιβελη».
Άλλες συνεργασίες
είχες ;
«Είχα, με το
περιοδικό ‘Πράσινη Γάτα’ (1981), όπου σχεδίαζα μία δική μου παρωδία του ‘Ταρζάν’,
με τίτλο ‘Ο Ταρζάνης των Πιθήκων’. Ακόμη στο ‘Ποντίκι’, στο περιοδικό ‘Σπορτίβο’,
στο ‘MAD‘ (1979) και σε
εφημερίδες όπως η ‘Βραδυνή’, η ‘Οικονομοτεχνική’ και η εβδομαδιαία ‘Νέα Πορεία’,
όπου, περιστασιακά έκανα πολιτικό σκίτσο. Χρόνια μετά (1988), εργάστηκα για το
αγγλόφωνο ελληνικό φύλλο ‘Greece Today’, ενώ προηγουμένως
(1983) είχα δουλέψει στο επίσης αγγλόφωνο περιοδικό ‘Greece’s Weekly’. Επί δέκα ολόκληρα χρόνια (1974 – 1984)
είχα πολύ έντονη δραστηριότητα».
«Το 1984 και για
έναν χρόνο πήγα για μεταπτυχιακές σπουδές στις Η.Π.Α. και όταν επέστρεψα
αφιερώθηκα στο επάγγελμά μου, σαν αρχιτέκτονας. Μετά το στρατό και παράλληλα με
τη δουλειά μου στο γραφείο, ξεκίνησα να αρθρογραφώ εμπεριστατωμένα στο
περιοδικό ‘Ιδανικό Σπίτι’, επί 20 χρόνια (1990 – 2010), αλλά και στο ‘Building’ και άλλα έντυπα».
Έχω δει δουλειές
σου, όμως και στο περιοδικό «Σκαθάρι» !
«Ναι, ήταν η
σειρά ‘Οι Φλώροι’, η χιουμοριστική ιστορία μίας πενταμελούς μεσοαστικής
οικογένειας, που εμπνεύστηκα το 1980».
Η συζήτησή μας θα
μπορούσε να διαρκέσει ώρες, όμως δυστυχώς χρειάστηκε να την διακόψω λόγω δικής
μου άλλης υποχρέωσης, δίνοντας και οι δύο μας την υπόσχεση για μία νέα
συνάντηση, σύντομα.
- Να προσθέσω εδώ, πως στον 2ο Τόμο (1974 – 2004) της «Ιστορίας της Ελληνικής Γελοιογραφίας» του Δημήτρη Σαπρανίδη, υπάρχει μεγάλη αναφορά στο έργο του Βαγγέλη Σαΐτη, ενώ δημοσιεύονται αρκετά σχέδιά του.
Πολυαγαπημένος καλλιτέχνης και πολύ καλό παιδί. Χαίρομαι που τον συνάντησες, Νίκο μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠραγματικά, Πάνο μου, ο Βαγγέλης, πέρα από σοβαρός επιστήμονας, είναι ένας υπέροχος άνθρωπος και αναμφίβολα, ένας κορυφαίος καλλιτέχνης στο είδος του. Απόλαυσα, αληθινά, αυτή τη συνάντησή μας. Καλές γιορτές, με υγεία κι αγάπη, φίλε μου !!!
Διαγραφή