Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2010
Ο Δικαστής Dredd
Δικαστής ΝΤΡΕΝΤ/Judge Dredd(Απόσπασμα από το πόνημα των Νίκου Δημ. Νικολαΐδη-Γιώργου Πολ Παπαδάκη)
Η σειρά «Δικαστής Ντρεντ» (πρωτότυπος τίτλος “Judge Dredd”) είναι από τις πλέον επιτυχημένες που εμφανίσθηκαν στην Ευρωπαϊκή -αν όχι και στη παγκόσμια- σκηνή της «ένατης τέχνης» (όπως ονομάζεται το comics), την τελευταία τριακονταετία.
Ο χαρακτήρας αυτός, ήταν αποτέλεσμα έμπνευσης και συνεργασίας πολλών παραγόντων που ο καθένας τους συνεισέφερε από τη μεριά του στη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας του.
Ο μαυροντυμένος άτεγκτος υποστηρικτής του νόμου-όπως και εμείς τον γνωρίσαμε μέσα από τις σελίδες του περιοδικού «Αγόρι»- ήταν μια φιγούρα που είχε το προηγούμενό της στον «Μονόφθαλμο Τζακ» (“One-Eyed Jack” σε σχέδιο του John Cooper), έναν ήρωα του “Valiant”, ουσιαστικά μια απομίμηση του Αμερικανού ηθοποιού (και σήμερα κορυφαίου σκηνοθέτη) Clint Eastwood, από τη σειρά ταινιών «Ο βρώμικος Χάρι» (“Dirty Harry”), των αρχών του ’70.
Σ’ αυτές, πρωταγωνιστούσε ένας ιδιόρρυθμος αστυνομικός (Επιθεωρητής Κάλαχαν) που είχε το παρατσούκλι «βρώμικος», λόγω των σκληροπυρηνικών μεθόδων που χρησιμοποιούσε. Οπλισμένος με ένα 44άρι «μάγκνουμ», είχε μεταβληθεί σε αυτόκλητο τιμωρό του εγκλήματος παρακάμπτοντας τις περισσότερες φορές κάθε τυπική διαδικασία που θεωρούσε περιττή.
Ο Wagner προχώρησε λίγο παραπέρα και «έπλασε» έναν βίαιο άνθρωπο του νόμου, εξουσιοδοτημένο με απεριόριστη ελευθερία να καταδιώκει, να συλλαμβάνει, να δικάζει και ενίοτε να επιβάλλει επί τόπου ποινές (!) σε κάθε είδους εγκληματίες οι οποίοι δρούσαν σε μια φουτουριστική μεγαλούπολη ενός μελλοντικού παρηκμασμένου κόσμου, μιας Νέας Υόρκης του 21ου αιώνα.
Ο ίδιος ο Mills, είχε προηγουμένως εισάγει μια σειρά τρόμου (που παρουσίαζε βαμπίρ και περιείχε παγανιστικές προεκτάσεις) κάτω από τον τίτλο “Judge Dread”, αλλά εγκατέλειψε την ιδέα να τη μεταφέρει στο υπό ίδρυση περιοδικό. Ωστόσο, το όνομα (με μια μικρή παραλλαγή) υιοθετήθηκε από τον Wagner που θέλησε έτσι να αποφύγει τη σύγχυση με τον ομώνυμο τραγουδιστή της μουσικής Reggae, ο οποίος γνώριζε μεγάλη δημοτικότητα στα μέσα της δεκαετίας του 1970.
Κάτι ανάλογο δηλαδή, με την επιλογή των Ιταλών Sergio Bonelli-Galleno Ferri που το 1961 απέρριψαν (και πολύ καλά έκαναν) το όνομα “Ajax” προκειμένου να μη συγχέεται με την επωνυμία του γνωστού ...απορρυπαντικού, καταλήγοντας στο “Zagor” για τη δική τους πασίγνωστη δημιουργία. (βλέπε «Ο Μπλεκ και οι ...άλλοι, οι χάρτινοι ήρωες του Στέλιου Ανεμοιδουρά», «Περιοδικός Τύπος» 2007).
Kαθώς ο Mills προσέγγιζε τον Ισπανό καλλιτέχνη Carlos Ezquerra (γεν. 1947 στη Σαραγόσα) που είχε εργασθεί για το “Battle Picture Weekly” εικονογραφώντας τις εξαιρετικές σειρές “Rat Pack” (1975), “Major Eazy” (1976-78) και “El Mestizo” (1977), ο Wagner του πρότεινε μια βάση για το σχεδιασμό. Αυτή ήταν το διαφημιστικό πρότυπο της ταινίας “Death Race 2000”, που έδειχνε ένα μοτοσικλετιστή να φορά μαύρο, δερμάτινο ένδυμα. Αν και ο Wagner δε συμφωνούσε με την τελική μορφή του ήρωα, εντούτοις ενέκρινε τη δουλειά του Ezquerra, ο οποίος προετοιμάσθηκε για να παρουσιάσει την εισαγωγική ιστορία του “Dredd” στο πρώτο τεύχος του “2000AD”, το Φεβρουάριο του 1977.
Όμως, διαφωνίες που ενέσκηψαν μεταξύ των Mills και Wagner, οδήγησαν τον δεύτερο σε (προσωρινή) αποχώρηση. Τότε ο Mills, διστακτικός να εγκαταλείψει την όλη ιδέα (προφανώς διότι θεωρούσε επιτυχή τη σύλληψη) ανέθεσε σε μια σειρά από άλλους συγγραφείς να βελτιώσουν το αρχικό σενάριο. Αυτό, έφερε σαν απόρροια η πρώτη ιστορία του “Dredd” των Wagner-Ezquerra (που προοριζόταν για δημοσίευση στο πρώτο τεύχος του νέου περιοδικού) να μη διαβαστεί από τους αναγνώστες παρά μόνο αρκετά χρόνια αργότερα, σε κάποια ετήσια εορταστική («Annual») έκδοση.
Ο σεναριογράφος Peter Harris ανέλαβε τώρα (πάντα σε συνεννόηση με τον Mills, που δεν άφηνε τίποτε στην τύχη) τη συγγραφή μιας άλλης ιστορίας. Σε μέσες-άκρες το story προέβλεπε τη σύλληψη από το Dredd ενός εγκληματία που είχε δολοφονήσει κάποιο δικαστή και τον εγκλεισμό του σε μια φυλακή-αποικία βαρυποινιτών.
Για τη μεταφορά του στο χαρτί, αυτή τη φορά επελέγη (κατόπιν εισηγήσεως του συν-εκδότη Cevin Gosnell) ο νεαρός καρτουνίστας Mike McMahon (“Slaine”, “ABC Warriors”), του οποίου η σχεδιαστική ικανότητα είχε σαφείς επιρροές από τη δουλειά των «πρωτοπόρων» Hugo Pratt (1927-1995, ο Ιταλός «πατέρας» του “Corto Maltese”), Joe Colquhoun (1926-1987, “Charley’s War”, “Roy of the Rovers”), Don Lawrence (1928-2003, “The Rise and Fall of the Trigan Empire”, “Storm”), Harvey Kurtzman (1924-1993, ο εκδότης του περίφημου “MAD” ) κ.α.
Ωστόσο, ήταν η σχεδόν πανομοιότυπη με τον Ezquerra τεχνοτροπία που χαρακτήριζε μέχρι τότε την εργασία του, εκείνο το στοιχείο που βάρυνε στην τελική επιλογή. Η ιστορία δημοσιεύθηκε στο τεύχος 2 του περιοδικού (5-3-1977) και σύντομα φάνηκε πως ο Mac Mahon θα επέβαλλε τη δική του γραμμή στο σκίτσο, αφού στην πορεία του με τον Dredd καθιέρωσε ένα διαφορετικό στιλ. Πιο «αυστηρό» και με περισσότερη «γωνιώδη» προοπτική από εκείνο του προκατόχου του.
Ο εκνευρισμός του τελευταίου για την εκτόπισή του ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής, ωστόσο μετά την επάνοδο του Wagner ακολούθησε μακρά περίοδος αρμονικής συνεργασίας πολλών καλλιτεχνών που έδωσε ένα υπέροχο αποτέλεσμα, το οποίο σύντομα γνώρισαν και τα Ελληνόπουλα.
Μια πλειάδα δημιουργών μας χάρισαν έξοχες περιπέτειες του ήρωα. Ήταν εκτός των Mac Mahon, Ezquerra, οι Dave Gibbons (γεν. 1949, καλλιτεχνικός διευθυντής στο “2000AD”, κύριος σχεδιαστής της αναβίωσης του “Dan Dare” και στην πορεία βασικός συντελεστής στον τίτλο “Tornado” του IPC, αλλά και στις εκδόσεις “Doctor Who” και “D.C. Comics”), Ron Turner (1922-1998, γνωστός για τις δουλειές του “Thunderbirds”, “Stingray”, “Captain Scarlet and the Mysterons” στις εκδόσεις του παραγωγού Gerry Anderson και για το “Spinball Wars” στο “Battle Action”), Ian Gibson που χρησιμοποιούσε και το ψευδώνυμο “Emberton” (“Ace Trucking Co”, “Walter the Wobot”, “Robo-Hunter”), Brian Bolland (γ. 1951, του οποίου το ταλέντο στις σχεδιαστικές συνθέσεις τον ανέδειξε ως έναν από τους κορυφαίους του “Dredd” ενώ είχαν προηγηθεί οι συνεργασίες του με τις εκδόσεις “DELL Comics” και “D.C”), Ron Smith (γ. 1924, σχεδιαστής του “Rogue Trooper” αλλά και του “King Cobra” που θαυμάσαμε στον «Μπλεκ»), Steve Dillon (“Escape from the Planet of the Apes”, ενώ μεταγενέστερες δουλειές του δημοσιεύθηκαν στα περιοδικά “Warrior” και “Doctor Who”), Cam Kennedy (ο οποίος διακρίθηκε στις εκδόσεις “Marvel”, “D.C.” και “Dark Horse” με ιστορίες όπως τα “Star Wars”, “Punisher”, “Lobo”, “Batman”, “Dare Devil”), John Cooper (γ. 1942, “Thunderbirds”, “Captain Scarlet”, “Johnny Red”, “Striker” στην εφημερίδα “Sun”), Garry Leach (“M.A.C.H.”, “Marvelman” στο “Warrior”, “Hitman”), Colin Wilson (γ. 1949) κ.α.
Οι ιστορίες ήσαν βγαλμένες από την αστείρευτη φαντασία του Wagner (ο οποίος έγραφε χρησιμοποιώντας τα ψευδώνυμα “John Howard” και “T.B. Grover”) με την άξια συμπαράσταση του Alan Grant (αρχικά) και στη συνέχεια των Finley-Day (πασίγνωστος τόσο για την μετέπειτα δημιουργία του “Rogue Trooper”, όσο και για το εκπληκτικό “Fiends of the Eastern Front”), “Jack Adrian” (ψευδώνυμο του γεννημένου το 1945 Christopher Lowder), Malcolm Shaw, Charles Herring κ.α.
Ο κόσμος του Ντρεντ, όπως τον φαντάστηκαν οι δημιουργοί του το 1977, ελάχιστα διαφέρει θα λέγαμε, από τη σημερινή πραγματικότητα των σύγχρονων μεγαλουπόλεων (“Mega-Cities”). Μπορεί να μη κυκλοφορούμε -ακόμη- με πτητικές συσκευές και να μη χρησιμοποιούμε ρομπότ, αλλά τα ουσιαστικά κοινωνικά χαρακτηριστικά που περιγράφονται σ’ αυτόν τον κόσμο, υφίστανται.
Η παγκόσμια κοινωνία του 21ου αιώνα είναι μια κοινότητα ανέχειας και απομόνωσης, ιδιοτέλειας αλλά και άκρατου καταναλωτισμού.
Η μόλυνση, η μεταστροφή του κλίματος με την υπερθέρμανση του πλανήτη, το λιώσιμο των πάγων, η λειψυδρία της Αφρικανικής ηπείρου, ο υποσιτισμός, ο υπερπληθυσμός, η ανεργία και οι κοινωνικές αναταραχές, όλα θυμίζουν το εφιαλτικό σκηνικό του κόμικς (αν και σ’ αυτό οι συνέπειες της καταστροφής του περιβάλλοντος και της διάλυσης του κοινωνικού ιστού είναι τεχνηέντως διογκωμένες και έχουν οδηγήσει σε φρικιαστικά επακόλουθα, περί το έτος 2030).
Από την άλλη, η απειλή των πυρηνικών όπλων, η βία (συχνά κρατική), η τρομοκρατία, η μισαλλοδοξία και η εγκληματική διαφθορά κυριαρχούν αναμφισβήτητα, με αποτέλεσμα ο μέσος, φοβισμένος πολίτης να αισθάνεται αδύναμος, παρακολουθούμενος σε κάθε του βήμα από «αόρατα» μάτια και εντέλει απροστάτευτος.
Εκεί είναι που η (ουτοπική) φιγούρα του Ντρεντ προβάλει σα μια ελπίδα σωτηρίας, έστω και αν όλοι γνωρίζουν πως δύσκολα θα έβρισκε χώρο έκφρασης στην αληθινή ζωή. Ο καταχρηστικά αμείλικτος (“Democracy is not for the people”) τιμωρός κάθε μορφής παρανομίας (“I am the Law”) είναι ένα υπερβατικό μοντέλο, απότοκος της ακατανίκητης επιθυμίας κάθε ανθρώπου που διψά για ισότητα και ισονομία, σε μια εποχή όπου τα πάντα γκρεμίζονται με καταιγιστικούς ρυθμούς.
Οι βασικοί χαρακτήρες του κόμικς (εκτός του Ντρεντ) ήσαν ο αδελφός του Rico, η ανιψιά του Vienna, η σπιτονοικοκυρά του Maria και το ρομπότ του (Walter the Wobot), ο προϊστάμενος των «δικαστών» (Chief Judge) Eustace Fargo, ο Joe Dredd, ο Judge Giant, η γοητευτική Cassandra Anderson, η (επίσης Chief Judge) Hershey και η ρομαντική Galen DeMarco.
Να τονίσουμε επίσης, ότι στη μία και μοναδική ταινία που παρήχθη μέχρις σήμερα (1995, σε σκηνοθεσία του Danny Cannon) με τον Sylvester Stallone να ενσαρκώνει το ρόλο, οι θεατές θα είχαν επιτέλους την ευκαιρία να δουν το πρόσωπο του ήρωα πίσω από την ψυχρή μάσκα του strip. Ωστόσο, παρά την παρουσία αρκετών ικανών ηθοποιών (Max von Sydow, Armand Assante, Diane Lane κ.α.) και παρά τα «εφέ» η ποιότητα του φιλμ ήταν μάλλον μέτρια και οι πολλοί θαυμαστές της σειράς απογοητεύθηκαν από το κινηματογραφικό εκείνο εγχείρημα.
Ανατρέχοντας στην επίσημη ιστοσελίδα του “2000AD”, κανείς μπορεί να απολαύσει καταχωρημένους τους τίτλους όλων των ιστοριών του Dredd με τα ονόματα των δημιουργών τους. Υπάρχουν επίσης κατά σειρά οι ημερομηνίες που δημοσιεύθηκαν στο βρετανικό περιοδικό από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, εντυπωσιάζοντας το νεαρό (και όχι μόνο) αναγνωστικό κοινό σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες.